Ἀγαθοκλέους

Ἀγαθοκλέους
Ἀγάθοκλεης
masc gen sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Μαμερτίνοι — Μαμερτῑνοι, oἱ (A) [Μάμερτος] μισθοφόροι τής Καμπανιάς, στην υπηρεσία τού Αγαθοκλέους, οι οποίοι κατέλαβαν με προδοσία τη Μεσσήνη τής Σικελίας …   Dictionary of Greek

  • καλλίας — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Ιερέας των Ελευσίνιων μυστηρίων (6ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Φαινίππου και πατέρας του Ιππονίκου. Καταγόταν από μία από τις πιο αριστοκρατικές αθηναϊκές οικογένειες, η οποία κατείχε με κληρονομικό… …   Dictionary of Greek

  • καλλιάς — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Ιερέας των Ελευσίνιων μυστηρίων (6ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Φαινίππου και πατέρας του Ιππονίκου. Καταγόταν από μία από τις πιο αριστοκρατικές αθηναϊκές οικογένειες, η οποία κατείχε με κληρονομικό… …   Dictionary of Greek

  • ραβδούχος — Για τους αρχαίους Έλληνες ρ. ήταν αυτός που κρατούσε τη ράβδο ως ένδειξη αξιώματος, δηλαδή ως κριτής ή ένας από τους πέντε, που επέβλεπαν την τήρηση της τάξης στο θέατρο καθώς και στους αγώνες. Οι «αλύται» της Ολυμπίας ονομάζονταν ρ. (Θουκ. 5,… …   Dictionary of Greek

  • χάλκωμα — το, ΝΜΑ, και χάρκωμα Ν, και χάλχωμα Α [χαλκῶ] σκεύος ή εργαλείο ή άλλο αντικείμενο κατασκευασμένο από χαλκό νεοελλ. (στον πληθ. με περιλπτ. σημ.) τα χαλκώματα α) χάλκινα μαγειρικά σκεύη, κν. μπακίρια β) το σύνολο τών σκευών που δίνονται στην νύφη …   Dictionary of Greek

  • Δούρις — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Ζωγράφος και αγγειογράφος (τέλη 6ου – αρχές 5ου αι. π.Χ.). Καταγόταν από την Αθήνα. Η υπογραφή του βρέθηκε σε περίπου σαράντα πήλινα ερυθρόμορφα αγγεία, αλλά αποδίδονται σε αυτόν περισσότερα από εκατό …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”